Αγχώδης στα τούρκικα
Μετάφραση: αγχώδης, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sinirli, kaygı, anksiyete, endişe, bunaltı, kaygısı
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αγχώδης
αγχώδης διαταραχή, αγχώδης διαταραχή μελέτη περίπτωσης, αγχώδης αντιδραστική νεύρωση, αγχώδης νεύρωση, αγχώδης διαταραχή αντιμετώπιση, αγχώδης λεξικό γλώσσας τούρκικα, αγχώδης στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- αγχωμένος στα τούρκικα - endişeli, kaygılı, tedirgin, anksiyöz, endişe
- αγχόνη στα τούρκικα - darağacı, gallows, darağacını, darağacında, asarak idam etme
- αγωγή στα τούρκικα - faaliyet, fiil, iş, tesir, hareket, etki, tedavi, ...
- αγωγός στα τούρκικα - kanal, kanalı, boru, kanalının, duct
Τυχαίες λέξεις
Αγχώδης στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: sinirli, kaygı, anksiyete, endişe, bunaltı, kaygısı
Μεταφράσεις: sinirli, kaygı, anksiyete, endişe, bunaltı, kaygısı