Ακλόνητος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ακλόνητος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
непоколебим, непоклатима, непоколебима, непоклатими, неразклатена
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακλόνητος
ακλόνητος αντώνυμο, ακλόνητος βράχος σφακτηρία 425 π.χ, ακλόνητος συνώνυμο, ακλόνητος βράχος, ακλόνητοσ νουσ, ακλόνητος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ακλόνητος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ακατοίκητος στα βουλγαρικά - необитаем, необитаеми, необитаема, необитаемо, необитаван
- ακεραιότητα στα βουλγαρικά - прямота, интегритет, почтеност, цялостност, целостта, целостта на
- ακμάζω στα βουλγαρικά - разцвет, Блум, Bloom, цъфтят, цъфтеж
- ακμή στα βουλγαρικά - акне, на акне, акнето, пъпки по лицето
Τυχαίες λέξεις
Ακλόνητος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: непоколебим, непоклатима, непоколебима, непоклатими, неразклатена
Μεταφράσεις: непоколебим, непоклатима, непоколебима, непоклатими, неразклатена