Ακλόνητος στα εσθονικά
Μετάφραση: ακλόνητος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
järjekindel, unshaken, vankumatu, vapustust
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακλόνητος
ακλόνητος αντώνυμο, ακλόνητος βράχος σφακτηρία 425 π.χ, ακλόνητος συνώνυμο, ακλόνητος βράχος, ακλόνητοσ νουσ, ακλόνητος λεξικό γλώσσας εσθονικά, ακλόνητος στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- ακατοίκητος στα εσθονικά - asustamata, elamiskõlbmatuks, inimasustuseta, elamiskõlbmatuks teinud, elamiskõlbmatu, elamiskõlbmatud
- ακεραιότητα στα εσθονικά - rikkumatus, terviklikkus, ausus, terviklikkuse, terviklikkust, puutumatuse, terviklikkusele
- ακμάζω στα εσθονικά - õitsema, heilutama, vinjett, õitega, bloom, õitsevad, õitsemine
- ακμή στα εσθονικά - tipp, akne
Τυχαίες λέξεις
Ακλόνητος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: järjekindel, unshaken, vankumatu, vapustust
Μεταφράσεις: järjekindel, unshaken, vankumatu, vapustust