Ακλόνητος στα ιταλικά
Μετάφραση: ακλόνητος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
incrollabile, costante, fermo, irremovibile, unshaken, inconcussa, salda
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακλόνητος
ακλόνητος αντώνυμο, ακλόνητος βράχος σφακτηρία 425 π.χ, ακλόνητος συνώνυμο, ακλόνητος βράχος, ακλόνητοσ νουσ, ακλόνητος λεξικό γλώσσας ιταλικά, ακλόνητος στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- ακατοίκητος στα ιταλικά - disabitato, inabitabile, inabitabili, invivibile, inagibili, uninhabitable
- ακεραιότητα στα ιταλικά - integrità, dirittura, l'integrità, dell'integrità, integrità dei, all'integrità
- ακμάζω στα ιταλικά - fiorire, fiore, fioritura, Bloom, fioriscono
- ακμή στα ιταλικά - colmo, apice, cima, vertice, culmine, vetta, acne, ...
Τυχαίες λέξεις
Ακλόνητος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: incrollabile, costante, fermo, irremovibile, unshaken, inconcussa, salda
Μεταφράσεις: incrollabile, costante, fermo, irremovibile, unshaken, inconcussa, salda