Αλυσίδα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: αλυσίδα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
верига, верижен, на веригата, верижна
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αλυσίδα
αλυσίδα φούρνων, αλυσίδα σπύρου, αλυσίδα αλυσοπρίονου, αλυσίδα σπύρου αρτοποιεια, αλυσίδα ελβιέλα, αλυσίδα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αλυσίδα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- αλουμινόχαρτο στα βουλγαρικά - сребърно фолио
- αλτρουιστής στα βουλγαρικά - алтруист, алтруистично
- αλυσίδα στα βουλγαρικά - верига, верижен, на веригата, верижна
- αλφάβητο στα βουλγαρικά - алфавит, азбука, азбучен, Алфавит, азбуката
- αλφαβητικός στα βουλγαρικά - азбучен
Τυχαίες λέξεις
Αλυσίδα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: верига, верижен, на веригата, верижна
Μεταφράσεις: верига, верижен, на веригата, верижна