Αλυσίδα στα ισλανδικά

Μετάφραση: αλυσίδα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
festi, keðja, keðju, keðjum
Αλυσίδα στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αλυσίδα

αλυσίδα φούρνων, αλυσίδα σπύρου, αλυσίδα αλυσοπρίονου, αλυσίδα σπύρου αρτοποιεια, αλυσίδα ελβιέλα, αλυσίδα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αλυσίδα στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • αλουμινόχαρτο στα ισλανδικά - silfur, silfri, silfrið
  • αλτρουιστής στα ισλανδικά - altruist
  • αλυσίδα στα ισλανδικά - festi, keðja, keðju, keðjum
  • αλφάβητο στα ισλανδικά - stafrófið, stafróf, Alphabet, stafrófinu, letri
  • αλφαβητικός στα ισλανδικά - Stafrófsröð, Alphabetical, bókstafaeinkunn, í stafrófsröð, stafrófs
Τυχαίες λέξεις
Αλυσίδα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: festi, keðja, keðju, keðjum