Αλυσίδα στα τούρκικα
Μετάφραση: αλυσίδα, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
zincir, zinciri, zincirli, zincirinin, zincirleme
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αλυσίδα
αλυσίδα φούρνων, αλυσίδα σπύρου, αλυσίδα αλυσοπρίονου, αλυσίδα σπύρου αρτοποιεια, αλυσίδα ελβιέλα, αλυσίδα λεξικό γλώσσας τούρκικα, αλυσίδα στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- αλουμινόχαρτο στα τούρκικα - gümüş varak, gümüş metal yaprak, gibi gümüş renkli folyo, gümüş renkli folyo, gümüş yaprak
- αλτρουιστής στα τούρκικα - özgeci, altruist, Fedekar, fedakâr, başkalarını düşünen
- αλυσίδα στα τούρκικα - zincir, zinciri, zincirli, zincirinin, zincirleme
- αλφάβητο στα τούρκικα - alfabe, Alphabet, alfabesi, alfabe Tavsiyeler, harf
- αλφαβητικός στα τούρκικα - alfabetik, alfabetik sıralama
Τυχαίες λέξεις
Αλυσίδα στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: zincir, zinciri, zincirli, zincirinin, zincirleme
Μεταφράσεις: zincir, zinciri, zincirli, zincirinin, zincirleme