Αλυσίδα στα ουκρανικά

Μετάφραση: αλυσίδα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
ланцюг, ланцюжок, перекрити, низка, коло, цепь
Αλυσίδα στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αλυσίδα

αλυσίδα φούρνων, αλυσίδα σπύρου, αλυσίδα αλυσοπρίονου, αλυσίδα σπύρου αρτοποιεια, αλυσίδα ελβιέλα, αλυσίδα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αλυσίδα στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • αλουμινόχαρτο στα ουκρανικά - срібна, Серебряная, Срібний, срібну, срібло
  • αλτρουιστής στα ουκρανικά - альтруїст, альтруист
  • αλυσίδα στα ουκρανικά - ланцюг, ланцюжок, перекрити, низка, коло, цепь
  • αλφάβητο στα ουκρανικά - абетка, азбука, алфавіт, алфавит, алфавіту
  • αλφαβητικός στα ουκρανικά - азбучний, алфавітний, абеткою, за абеткою, абетковий, алфавітного
Τυχαίες λέξεις
Αλυσίδα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: ланцюг, ланцюжок, перекрити, низка, коло, цепь