Αμυχή στα βουλγαρικά

Μετάφραση: αμυχή, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
скарификация, обезобразяване, разрязване, скарификационен, разрохкване
Αμυχή στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αμυχή

αμυχή λεξικο, αμυχή λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αμυχή στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • αμυδρός στα βουλγαρικά - скептичен, блед, неясен, затъмни, затъмните
  • αμυντικός στα βουλγαρικά - отбранителен, защитата, защита, на защитата, отбранителна
  • αμφίβιο στα βουλγαρικά - амфибия, самолет-амфибия, хидроплан, земноводно животно, земноводно
  • αμφίβιος στα βουλγαρικά - двойствен, амфибия, амфибии, амфибийно
Τυχαίες λέξεις
Αμυχή στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: скарификация, обезобразяване, разрязване, скарификационен, разрохкване