Αμυχή στα ισλανδικά
Μετάφραση: αμυχή, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
scarification
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμυχή
αμυχή λεξικο, αμυχή λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αμυχή στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- αμυδρός στα ισλανδικά - lítil, dekkja, dim, slökkva, að dekkja
- αμυντικός στα ισλανδικά - varnar, Varnarsinnaður, Varnarsinnaður Yfir, varnarstöðu, í vörn
- αμφίβιο στα ισλανδικά - láðs, láðs og, láðs og lagarfis
- αμφίβιος στα ισλανδικά - amphibious
Τυχαίες λέξεις
Αμυχή στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: scarification
Μεταφράσεις: scarification