Αμυχή στα λιθουανικά

Μετάφραση: αμυχή, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kultivavimas, dirvos paruošimo, Skaryfikacja
Αμυχή στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αμυχή

αμυχή λεξικο, αμυχή λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αμυχή στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • αμυδρός στα λιθουανικά - apalpti, menkas, silpnas, pritemdyti, automatinės, dim, artimosios
  • αμυντικός στα λιθουανικά - gynyba, gynybinės, gynybinė, gynybinis, gynėjų
  • αμφίβιο στα λιθουανικά - amfibija, amfibijai, varliagyvių, amphibian, Amfibijų
  • αμφίβιος στα λιθουανικά - amfibinis, amfibinė, Ziemnowodny, Desanta, jūrų desanto
Τυχαίες λέξεις
Αμυχή στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: kultivavimas, dirvos paruošimo, Skaryfikacja