Ανεξάρτητος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ανεξάρτητος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
независим, независима, независимо, независими, независимия
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανεξάρτητος
ανεξάρτητος ενωτικός συνδυασμός, ανεξάρτητος παρατηρητής, ανεξάρτητος αμερικάνικος κινηματογράφος, ανεξάρτητος ευρωβουλευτής κρίτων αρσένης, ανεξάρτητος συνδυασμός, ανεξάρτητος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ανεξάρτητος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ανεμόπτερο στα βουλγαρικά - планер, безмоторен самолет, глайдер, хидроплан
- ανεμώδης στα βουλγαρικά - ветровит, ветровито, ветровита, вятър, ветровития
- ανεξαρτησία στα βουλγαρικά - независимост, независимостта, независимостта на, независимост на, на независимостта
- ανεπάρκεια στα βουλγαρικά - недостиг, недостатъчност
Τυχαίες λέξεις
Ανεξάρτητος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: независим, независима, независимо, независими, независимия
Μεταφράσεις: независим, независима, независимо, независими, независимия