Ανεξάρτητος στα εσθονικά
Μετάφραση: ανεξάρτητος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
iseseisev, sõltumatu, vabakutseline, sõltumatute, sõltumatud, sõltumatut
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανεξάρτητος
ανεξάρτητος ενωτικός συνδυασμός, ανεξάρτητος παρατηρητής, ανεξάρτητος αμερικάνικος κινηματογράφος, ανεξάρτητος ευρωβουλευτής κρίτων αρσένης, ανεξάρτητος συνδυασμός, ανεξάρτητος λεξικό γλώσσας εσθονικά, ανεξάρτητος στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- ανεμόπτερο στα εσθονικά - glisser, purilennuk, purilennuki, samuti purilennuki, glider, purilendur
- ανεμώδης στα εσθονικά - tuuline, tuulise, tuulistes, tuulised, tuulises
- ανεξαρτησία στα εσθονικά - sõltumatus, iseseisvus, sõltumatuse, sõltumatust, iseseisvuse
- ανεπάρκεια στα εσθονικά - puudulikkus, ebapiisavus, puudulikkuse, puudulikkusega, ebapiisavust
Τυχαίες λέξεις
Ανεξάρτητος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: iseseisev, sõltumatu, vabakutseline, sõltumatute, sõltumatud, sõltumatut
Μεταφράσεις: iseseisev, sõltumatu, vabakutseline, sõltumatute, sõltumatud, sõltumatut