Ανεξάρτητος στα σουηδικά
Μετάφραση: ανεξάρτητος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
självständig, oberoende, självständigt, fristående, självständiga
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανεξάρτητος
ανεξάρτητος ενωτικός συνδυασμός, ανεξάρτητος παρατηρητής, ανεξάρτητος αμερικάνικος κινηματογράφος, ανεξάρτητος ευρωβουλευτής κρίτων αρσένης, ανεξάρτητος συνδυασμός, ανεξάρτητος λεξικό γλώσσας σουηδικά, ανεξάρτητος στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ανεμόπτερο στα σουηδικά - segelflygplan, glidflygplan, glider, glidare
- ανεμώδης στα σουηδικά - blåsigt, blåsiga, blåsig, blåser, hård vind
- ανεξαρτησία στα σουηδικά - självständighet, oberoende, oberoendet, självständighets, oavhängighet
- ανεπάρκεια στα σουηδικά - insufficiens, njurfunktion, otillräckliga, brist, otillräcklig
Τυχαίες λέξεις
Ανεξάρτητος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: självständig, oberoende, självständigt, fristående, självständiga
Μεταφράσεις: självständig, oberoende, självständigt, fristående, självständiga