Ανεξάρτητος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: ανεξάρτητος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
soberano, independente, Independent, independentes, independentemente
Ανεξάρτητος στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανεξάρτητος

ανεξάρτητος ενωτικός συνδυασμός, ανεξάρτητος παρατηρητής, ανεξάρτητος αμερικάνικος κινηματογράφος, ανεξάρτητος ευρωβουλευτής κρίτων αρσένης, ανεξάρτητος συνδυασμός, ανεξάρτητος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ανεξάρτητος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • ανεμόπτερο στα πορτογαλικά - deslize, planar, planador, asa, glider, planador do, parapente
  • ανεμώδης στα πορτογαλικά - ventoso, windy, ventosa, vento, muito vento
  • ανεξαρτησία στα πορτογαλικά - independência, a independência, da independência, autonomia, de independência
  • ανεπάρκεια στα πορτογαλικά - insuficiência, a insuficiência, de insuficiência, insuficiência de
Τυχαίες λέξεις
Ανεξάρτητος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: soberano, independente, Independent, independentes, independentemente