Ασυντρόφευτος στα βουλγαρικά

Μετάφραση: ασυντρόφευτος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
asyntrofeftos
Ασυντρόφευτος στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασυντρόφευτος

ασυντρόφευτος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ασυντρόφευτος στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • ασυναρτησίες στα βουλγαρικά - безсмислици, глупости, безсмислица, технически език, неразбираем
  • ασυνεπής στα βουλγαρικά - непоследователен, несъвместим, противоречие, в противоречие, несъвместими
  • ασυνόδευτος στα βουλγαρικά - непридружен, непридружено, без придружител, непридружавания, непридружаван
  • ασφάλεια στα βουλγαρικά - сигурност, кондом, застраховка, презерватив, безопасност, сигурността, за сигурност, ...
Τυχαίες λέξεις
Ασυντρόφευτος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: asyntrofeftos