Ασυντρόφευτος στα πολωνικά
Μετάφραση: ασυντρόφευτος, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
samotny, odludny, bezludny, ustronny, odosobniony, asyntrofeftos
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασυντρόφευτος
ασυντρόφευτος λεξικό γλώσσας πολωνικά, ασυντρόφευτος στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- ασυναρτησίες στα πολωνικά - rozgadać, bełkotać, gaworzyć, mamrotanie, paplanina, gadanie, gadać, ...
- ασυνεπής στα πολωνικά - niesumienny, zawodny, niepewny, niesłowny, niewiarygodny, niemiarodajny, nierzetelny, ...
- ασυνόδευτος στα πολωνικά - samotny, bez towarzystwa, bez akompaniamentu, bez opieki, towarzyszy, nie towarzyszy
- ασφάλεια στα πολωνικά - gwarancja, ubezpieczalnia, asekuracja, poręka, higiena, ochrona, pieczeń, ...
Τυχαίες λέξεις
Ασυντρόφευτος στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: samotny, odludny, bezludny, ustronny, odosobniony, asyntrofeftos
Μεταφράσεις: samotny, odludny, bezludny, ustronny, odosobniony, asyntrofeftos