Αυτεξούσιος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: αυτεξούσιος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
свободна воля, свободната воля, воля, свободната си воля
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυτεξούσιος
αυτεξούσιος συνώνυμο, αυτεξούσιος συνώνυμα, αυτεξούσιος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αυτεξούσιος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- αυταρέσκεια στα βουλγαρικά - самодоволство
- αυταρχικός στα βουλγαρικά - деспотичен, Боси, крава, властна, командва
- αυτοβιογραφία στα βουλγαρικά - автобиография, автобиографията, автобиографията на, автобиографията си
- αυτοδύναμος στα βουλγαρικά - самоуверен, разчитат на себе си, разчитат на себе, самоуверени
Τυχαίες λέξεις
Αυτεξούσιος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: свободна воля, свободната воля, воля, свободната си воля
Μεταφράσεις: свободна воля, свободната воля, воля, свободната си воля