Αυτεξούσιος στα λευκορωσικά

Μετάφραση: αυτεξούσιος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
свабодная, вольная, свабодны, вольны, вольнае
Αυτεξούσιος στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αυτεξούσιος

αυτεξούσιος συνώνυμο, αυτεξούσιος συνώνυμα, αυτεξούσιος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αυτεξούσιος στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • αυταρέσκεια στα λευκορωσικά - самаздаволенне, самазадаволенасць, самаздаволеньне, задаволенасць, самазадаволення
  • αυταρχικός στα λευκορωσικά - карова, корова
  • αυτοβιογραφία στα λευκορωσικά - аўтабіяграфія, біяграфія
  • αυτοδύναμος στα λευκορωσικά - ўпэўнены ў сабе, упэўнены ў сабе, упэўнены
Τυχαίες λέξεις
Αυτεξούσιος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: свабодная, вольная, свабодны, вольны, вольнае