Βραχιόλι στα βουλγαρικά

Μετάφραση: βραχιόλι, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
гривна, гривни, гривната, гривна от
Βραχιόλι στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βραχιόλι

βραχιόλι μάτι, βραχιόλι μάρτης, βραχιόλι μακραμέ, βραχιόλι lotus style, βραχιόλι translate, βραχιόλι λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, βραχιόλι στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • βραδύνους στα βουλγαρικά - непрозрачен, непрозрачна, непрозрачно, непрозрачни, матова
  • βραδύς στα βουλγαρικά - бавен, бавно, бавна, бавното, бавни
  • βραχνός στα βουλγαρικά - дрезгав, пресипнал, дрезгаво, прегракнал, дрезгавият
  • βραχύλογος στα βουλγαρικά - стегнатост, сбитост, краткост, краткостта
Τυχαίες λέξεις
Βραχιόλι στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: гривна, гривни, гривната, гривна от