Βραχιόλι στα ουκρανικά
Μετάφραση: βραχιόλι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
браслет
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βραχιόλι
βραχιόλι μάτι, βραχιόλι μάρτης, βραχιόλι μακραμέ, βραχιόλι lotus style, βραχιόλι translate, βραχιόλι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, βραχιόλι στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- βραδύνους στα ουκρανικά - тупий, недоумкуватий, непрозорий, прозорий
- βραδύς στα ουκρανικά - млявий, тупий, повільно, поволі
- βραχνός στα ουκρανικά - сухій, сухий, лютій, злою, старий, охриплий, злої, ...
- βραχύλογος στα ουκρανικά - уламок, короткий, небагатослівний, стиснений, стислий, стислість, стисненість, ...
Τυχαίες λέξεις
Βραχιόλι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: браслет
Μεταφράσεις: браслет