Γδέρνομαι στα βουλγαρικά
Μετάφραση: γδέρνομαι, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
чехъл, тътрене, надраскване на, протриване на, побутвам с крак
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γδέρνομαι
γδέρνομαι λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, γδέρνομαι στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- γαύγισμα στα βουλγαρικά - мека кожена подвързия
- γαύρος στα βουλγαρικά - аншоа, хамсия, от хамсия, хамсията
- γδέρνω στα βουλγαρικά - кожа, чехъл, тътрене, надраскване на, протриване на, побутвам с крак
- γδούπος στα βουλγαρικά - тупване, трясък, туп, тъп звук, глух звук
Τυχαίες λέξεις
Γδέρνομαι στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: чехъл, тътрене, надраскване на, протриване на, побутвам с крак
Μεταφράσεις: чехъл, тътрене, надраскване на, протриване на, побутвам с крак