Γδέρνομαι στα ολλανδικά

Μετάφραση: γδέρνομαι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
grazen, weiden, geschuifel, schaven, scuff, overneus, schaaf
Γδέρνομαι στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γδέρνομαι

γδέρνομαι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, γδέρνομαι στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • γαύγισμα στα ολλανδικά - leren boekband, Yapp
  • γαύρος στα ολλανδικά - ansjovis, ansjovisbestand, op ansjovis, de ansjovis, van ansjovis
  • γδέρνω στα ολλανδικά - vel, vacht, huid, schil, pels, geschuifel, schaven, ...
  • γδούπος στα ολλανδικά - slag, tik, mep, klop, stoot, klap, veeg, ...
Τυχαίες λέξεις
Γδέρνομαι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: grazen, weiden, geschuifel, schaven, scuff, overneus, schaaf