Γδέρνομαι στα λιθουανικά
Μετάφραση: γδέρνομαι, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
nusitrinti, nusidėvėti, Ieškoti kojos, Musnąć, brūkšėti kojomis
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γδέρνομαι
γδέρνομαι λεξικό γλώσσας λιθουανικά, γδέρνομαι στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- γαύγισμα στα λιθουανικά - yapp, Minkštas odinis viršeliu
- γαύρος στα λιθουανικά - ančiuvis, ančiuviai, ančiuvių, europinių ančiuvių, europinius ančiuvius
- γδέρνω στα λιθουανικά - oda, nusitrinti, nusidėvėti, Ieškoti kojos, Musnąć, brūkšėti kojomis
- γδούπος στα λιθουανικά - trenksmas, dunkstelėjimas, bumbtelėjimas, pumptelėti, dunkstelėti, bumbtelėti
Τυχαίες λέξεις
Γδέρνομαι στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: nusitrinti, nusidėvėti, Ieškoti kojos, Musnąć, brūkšėti kojomis
Μεταφράσεις: nusitrinti, nusidėvėti, Ieškoti kojos, Musnąć, brūkšėti kojomis