Γρύζω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: γρύζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
gryzo
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γρύζω
γρύζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, γρύζω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- γρονθοκοπώ στα βουλγαρικά - бачкане, бъхтя, тежък труд, тежък път, бъхтене
- γρυλλίζω στα βουλγαρικά - грухтене, сумтене, грухтят, изсумтяване, грухтя
- γρύλος στα βουλγαρικά - крик, вале, Джак, жак, жака
- γυαλάδα στα βουλγαρικά - лъскам, замазвам, излъсквам, измамлива външност, излъсквам се
Τυχαίες λέξεις
Γρύζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: gryzo
Μεταφράσεις: gryzo