Γρύζω στα εσθονικά
Μετάφραση: γρύζω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
koputaja, kriiksuma, gryzo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γρύζω
γρύζω λεξικό γλώσσας εσθονικά, γρύζω στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- γρονθοκοπώ στα εσθονικά - rusikahoop, mulgustama, rassimine, taguma, slog, Punnertaa, Rahjustaa
- γρυλλίζω στα εσθονικά - uriseja, röhatus, röhkima, mõmin, ruie, uratama
- γρύλος στα εσθονικά - soldat, john, pidur, tungraud, eesel, jack, vennike, ...
- γυαλάδα στα εσθονικά - välgatus, läige, püütud varjata, gloss, läigestama, kullakem
Τυχαίες λέξεις
Γρύζω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: koputaja, kriiksuma, gryzo
Μεταφράσεις: koputaja, kriiksuma, gryzo