Γρύζω στα δανικά
Μετάφραση: γρύζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
gryzo
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γρύζω
γρύζω λεξικό γλώσσας δανικά, γρύζω στα δανικά
Μεταφράσεις
- γρονθοκοπώ στα δανικά - hestearbejde, slog, pukle
- γρυλλίζω στα δανικά - grynt, grunt, grynte
- γρύλος στα δανικά - donkraft, stikket, jack, stik
- γυαλάδα στα δανικά - gloss, glans, højglans, tilsløre, skjul
Τυχαίες λέξεις
Γρύζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: gryzo
Μεταφράσεις: gryzo