Διάλεκτος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: διάλεκτος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
жаргон, диалект, наречие, диалекта, говор
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διάλεκτος
διάλεκτος των κλίνγκον, διάλεκτος κάτω ιταλίας, διάλεκτος λάρισας, διάλεκτος ορισμός, διάλεκτος θεσσαλονίκης, διάλεκτος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, διάλεκτος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- διάκριση στα βουλγαρικά - дискриминация, дискриминацията, на дискриминация, с дискриминацията
- διάλειμμα στα βουλγαρικά - антракт, интервал, интервала, интервал от, интервал на, интервали
- διάλεξη στα βουλγαρικά - лекция, лекцията, лекции, лекция на, лекционния
- διάλλειμα στα βουλγαρικά - почивка, скъсване, пауза, прекъсване, пробив
Τυχαίες λέξεις
Διάλεκτος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: жаргон, диалект, наречие, диалекта, говор
Μεταφράσεις: жаргон, диалект, наречие, диалекта, говор