Διάλεκτος στα ουκρανικά

Μετάφραση: διάλεκτος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
баритися, діалект
Διάλεκτος στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διάλεκτος

διάλεκτος των κλίνγκον, διάλεκτος κάτω ιταλίας, διάλεκτος λάρισας, διάλεκτος ορισμός, διάλεκτος θεσσαλονίκης, διάλεκτος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, διάλεκτος στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • διάκριση στα ουκρανικά - проникливість, обачність, дискримінація, розсуд, дискримінаційний, осторога, обережність, ...
  • διάλειμμα στα ουκρανικά - побити, змішання, переміна, співрозмовниця, міжміський, рвати, розламати, ...
  • διάλεξη στα ουκρανικά - читець, лекція, реферат, работа, курсовая работа, контрольная работа
  • διάλλειμα στα ουκρανικά - розламати, рвати, переміна, здавати, побити, перерву, перерва
Τυχαίες λέξεις
Διάλεκτος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: баритися, діалект