Διανοούμενος στα βουλγαρικά

Μετάφραση: διανοούμενος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
интелектуален, интелектуалец, интелектуална, интелектуалната, на интелектуална
Διανοούμενος στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διανοούμενος

διανοούμενος ορισμος, διανοούμενος συνθετικα, διανοούμενος ανθρωπος, διανοούμενος αγγλικα, διανοούμενος συνώνυμο, διανοούμενος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, διανοούμενος στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • διανομή στα βουλγαρικά - назначение, разпространение, разпределение, дистрибуция, разпределението, разпределение на
  • διανοούμενοι στα βουλγαρικά - интелигенция, интелигенцията
  • διανύω στα βουλγαρικά - съм, берилий, пътувал, пътува, пътували, изминато, изминатото
  • διαπεραστικός στα βουλγαρικά - писклив, пронизителен, остър, пронизително, рязък
Τυχαίες λέξεις
Διανοούμενος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: интелектуален, интелектуалец, интелектуална, интелектуалната, на интелектуална