Διανοούμενος στα λετονικά
Μετάφραση: διανοούμενος, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
intelektuāls, intelektuālā, intelektuālais, intelektuālo
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διανοούμενος
διανοούμενος ορισμος, διανοούμενος συνθετικα, διανοούμενος ανθρωπος, διανοούμενος αγγλικα, διανοούμενος συνώνυμο, διανοούμενος λεξικό γλώσσας λετονικά, διανοούμενος στα λετονικά
Μεταφράσεις
- διανομή στα λετονικά - sadale, izplatīšana, sadales, izplatīšanas, sadalījums
- διανοούμενοι στα λετονικά - inteliģence, inteliģences, inteliģenci, inteliģencei, inteliģenti
- διανύω στα λετονικά - būt, eksistēt, berilijs, dzīvot, apceļots, devās, ceļoja, ...
- διαπεραστικός στα λετονικά - uzmācīgs, spalgs, griezīgs, spalgi kliegt
Τυχαίες λέξεις
Διανοούμενος στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: intelektuāls, intelektuālā, intelektuālais, intelektuālo
Μεταφράσεις: intelektuāls, intelektuālā, intelektuālais, intelektuālo