Διανοούμενος στα γαλλικά
Μετάφραση: διανοούμενος, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
intellectuel, mental, clerc, intellectuelle, intellectuelles, intellectuels
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διανοούμενος
διανοούμενος ορισμος, διανοούμενος συνθετικα, διανοούμενος ανθρωπος, διανοούμενος αγγλικα, διανοούμενος συνώνυμο, διανοούμενος λεξικό γλώσσας γαλλικά, διανοούμενος στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- διανομή στα γαλλικά - désignation, diffusion, classement, division, dislocation, partage, colportage, ...
- διανοούμενοι στα γαλλικά - intelligence, intelligentsia, intellectuels, l'intelligentsia, élite intellectuelle
- διανύω στα γαλλικά - exister, avoir, posséder, soient, subsister, vivre, soyez, ...
- διαπεραστικός στα γαλλικά - affilé, perçage, strident, acéré, pénétrant, âpre, voyant, ...
Τυχαίες λέξεις
Διανοούμενος στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: intellectuel, mental, clerc, intellectuelle, intellectuelles, intellectuels
Μεταφράσεις: intellectuel, mental, clerc, intellectuelle, intellectuelles, intellectuels