Εκκρίνω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: εκκρίνω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
освобождение, отделям, изпускам, изпотявам, излъчват, се изпотявам
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκκρίνω
εκκρίνω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, εκκρίνω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- εκκλησίασμα στα βουλγαρικά - събрание, паство, конгрегация, събранието, срещане
- εκκολάπτομαι στα βουλγαρικά - люк, шлюз, щрих, люпене, люка
- εκκρεμότητα στα βουλγαρικά - безстопанственост, неизвестност, временно прекратяване, временно бездействие, изчакване
- εκλέγω στα βουλγαρικά - новоизбран, избран, избира, елект, избраните
Τυχαίες λέξεις
Εκκρίνω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: освобождение, отделям, изпускам, изпотявам, излъчват, се изпотявам
Μεταφράσεις: освобождение, отделям, изпускам, изпотявам, излъчват, се изпотявам