Εκκρίνω στα λιθουανικά

Μετάφραση: εκκρίνω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
trykšti, almėti, išsiskiria, trykšta, Išskirti
Εκκρίνω στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκκρίνω

εκκρίνω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, εκκρίνω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • εκκλησίασμα στα λιθουανικά - kongregacija, susirinkimas, susirinkusieji, kongregacijos, kongregaciją
  • εκκολάπτομαι στα λιθουανικά - liukas, anga, durelės, išperinti, brūkšniuoti
  • εκκρεμότητα στα λιθουανικά - laikinas sustabdymas, laikinas panaikinimas, Laikinas neveikimą, Jokių savininko, Laikinas nutraukimas
  • εκλέγω στα λιθουανικά - išrinktasis, išrinktas, išrinkti, išrinktieji, rinkti
Τυχαίες λέξεις
Εκκρίνω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: trykšti, almėti, išsiskiria, trykšta, Išskirti