Εκουσίως στα βουλγαρικά
Μετάφραση: εκουσίως, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
доброволно, доброволно да, доброволно се, желание
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκουσίως
εκουσίως προταση, εκουσίως λεξικο, εκουσίως λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, εκουσίως στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- εκμαυλισμός στα βουλγαρικά - съблазни, ekmaflismos
- εκμηδενίζω στα βουλγαρικά - унищожавам, унищожи, унищожат, анихилират, да унищожи
- εκούσια στα βουλγαρικά - доброволно, доброволно да, доброволно се, желание
- εκπέμπω στα βουλγαρικά - излъчват, излъчва, отделят, емитират, да излъчват
Τυχαίες λέξεις
Εκουσίως στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: доброволно, доброволно да, доброволно се, желание
Μεταφράσεις: доброволно, доброволно да, доброволно се, желание