Εκουσίως στα φινλανδικά
Μετάφραση: εκουσίως, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
vapaaehtoisesti, vapaaehtoista
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκουσίως
εκουσίως προταση, εκουσίως λεξικο, εκουσίως λεξικό γλώσσας φινλανδικά, εκουσίως στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- εκμαυλισμός στα φινλανδικά - lahjominen, maatuminen, houkutus, mätäneminen, turmeltuminen, viettelys, lahjonta, ...
- εκμηδενίζω στα φινλανδικά - tappaa, kukistaa, tuhota, tuhoamaan, mitätöidä, tuhotakseen, tuhoamiseksi
- εκούσια στα φινλανδικά - vapaaehtoisesti, vapaaehtoista
- εκπέμπω στα φινλανδικά - radioida, lämpösäteillä, levittää, hohtaa, kylvää, lähettää, syytää, ...
Τυχαίες λέξεις
Εκουσίως στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: vapaaehtoisesti, vapaaehtoista
Μεταφράσεις: vapaaehtoisesti, vapaaehtoista