Εκσκαφέας στα βουλγαρικά
Μετάφραση: εκσκαφέας, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
багер, екскаватор, багерно, багери, багера
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκσκαφέας
εκσκαφέας-φορτωτής jcb, εκσκαφέας με συρόμενο κάδο, εκσκαφέας-φορτωτής, εκσκαφέας pc200, εκσκαφέας βιντεο, εκσκαφέας λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, εκσκαφέας στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- εκρήγνυμαι στα βουλγαρικά - бълвам, избивам, избухвам, изригне, избухне
- εκροή στα βουλγαρικά - изтичане, отлив, изходящ поток, изтичане на, изходния
- εκστατικός στα βουλγαρικά - възторжен, екстатичен, екстатично, екстатична, екстатичната
- εκστομίζω στα βουλγαρικά - говоря, рап, рапа, почукване
Τυχαίες λέξεις
Εκσκαφέας στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: багер, екскаватор, багерно, багери, багера
Μεταφράσεις: багер, екскаватор, багерно, багери, багера