Εξομολόγηση στα βουλγαρικά
Μετάφραση: εξομολόγηση, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
изповед, признание, изповедта, самопризнание, изповядване
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξομολόγηση
εξομολόγηση και θεία κοινωνία, εξομολόγηση μιας λάμπας, εξομολόγηση φοιτήτριας πώς είναι να δουλεύεις σε ροζ τηλέφωνο, εξομολόγηση αγάπης, εξομολόγηση φλωράκη, εξομολόγηση λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, εξομολόγηση στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- εξομολογητής στα βουλγαρικά - духовник, изповедник, изповедника, изповедникът, изповедник на
- εξομολογώ στα βουλγαρικά - признават, признавам, изповяда, изповядваме, изповядат
- εξονυχιστικός στα βουλγαρικά - обстоен, цялостен, задълбочено, задълбочен, задълбочена
- εξοπλίζω στα βουλγαρικά - снаряжение, монтирам, стенд, устройство, сондажна кула, издокарвам
Τυχαίες λέξεις
Εξομολόγηση στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: изповед, признание, изповедта, самопризнание, изповядване
Μεταφράσεις: изповед, признание, изповедта, самопризнание, изповядване