Εξομολόγηση στα σουηδικά
Μετάφραση: εξομολόγηση, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
bikt, bekännelse, bikten, erkännande, bekännelsen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξομολόγηση
εξομολόγηση και θεία κοινωνία, εξομολόγηση μιας λάμπας, εξομολόγηση φοιτήτριας πώς είναι να δουλεύεις σε ροζ τηλέφωνο, εξομολόγηση αγάπης, εξομολόγηση φλωράκη, εξομολόγηση λεξικό γλώσσας σουηδικά, εξομολόγηση στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- εξομολογητής στα σουηδικά - bikt, biktfar, biktfaderen, biktfader, biktfadern
- εξομολογώ στα σουηδικά - bikta, erkänna, bekänna, tillstå, bekänner, erkänner
- εξονυχιστικός στα σουηδικά - grundlig, noggrann, ingående, grundligt, grundliga
- εξοπλίζω στα σουηδικά - rigg, riggen, rig
Τυχαίες λέξεις
Εξομολόγηση στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: bikt, bekännelse, bikten, erkännande, bekännelsen
Μεταφράσεις: bikt, bekännelse, bikten, erkännande, bekännelsen