Επιδεικτικός στα βουλγαρικά

Μετάφραση: επιδεικτικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
панаирджийски, ефектен, претенциозен, ярък, показен
Επιδεικτικός στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιδεικτικός

επιτακτικός λόγος, επιδεικτικός συνώνυμο, επιδεικτικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, επιδεικτικός στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • επιδαψιλεύω στα βουλγαρικά - душ, разточителен, разхищавам, пищен, пищна, пищни
  • επιδείνωση στα βουλγαρικά - влошаване, утежняване, влошаването, задълбочаване, изостряне
  • επιδεινώνω στα βουλγαρικά - съставно, влошава, се влошава, влоши, се влоши
  • επιδεξιότητα στα βουλγαρικά - сръчност, ловкост, сръчността
Τυχαίες λέξεις
Επιδεικτικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: панаирджийски, ефектен, претенциозен, ярък, показен