Επιδεικτικός στα σλοβενικά
Μετάφραση: επιδεικτικός, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
Upadljiv, Razmetljiv, Drečeći, Raskošan
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιδεικτικός
επιτακτικός λόγος, επιδεικτικός συνώνυμο, επιδεικτικός λεξικό γλώσσας σλοβενικά, επιδεικτικός στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- επιδαψιλεύω στα σλοβενικά - tratiti, tuš, razsipen, razkošno, lavish, razkošen, navdušeno
- επιδείνωση στα σλοβενικά - poslabšanje, hujših, zaostrovanje, poslabšanja, zaostritev
- επιδεινώνω στα σλοβενικά - slabša, poslabša, poslabšuje, se poslabša, slabši
- επιδεξιότητα στα σλοβενικά - Gibljivost, spretnost, spretnosti, uporaba desne roke, desne roke
Τυχαίες λέξεις
Επιδεικτικός στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: Upadljiv, Razmetljiv, Drečeći, Raskošan
Μεταφράσεις: Upadljiv, Razmetljiv, Drečeći, Raskošan