Επιδεικτικός στα τούρκικα

Μετάφραση: επιδεικτικός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
gösterişli, cafcaflı, gösterişli bir, showy, fiyakalı
Επιδεικτικός στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιδεικτικός

επιτακτικός λόγος, επιδεικτικός συνώνυμο, επιδεικτικός λεξικό γλώσσας τούρκικα, επιδεικτικός στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • επιδαψιλεύω στα τούρκικα - müsrif, savurgan, lüks, cömert, cömert bir, lüks bir
  • επιδείνωση στα τούρκικα - fenalaşma, kızdırma, şiddetlenmesi, tırmandığı, şiddetlenmesinden kaynaklanıyor
  • επιδεινώνω στα τούρκικα - kötüleştirmek, kötüleşir, kötüleştirir, kötüleştikçe, worsens, kötüleşen
  • επιδεξιότητα στα τούρκικα - beceriklilik, hüner, maharet, beceri, el becerisi, dexterity, Arttır
Τυχαίες λέξεις
Επιδεικτικός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: gösterişli, cafcaflı, gösterişli bir, showy, fiyakalı