Επιδεικτικός στα ρουμανικά
Μετάφραση: επιδεικτικός, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
arătos, aspectuos, showy, spectacular, aspectuoase
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιδεικτικός
επιτακτικός λόγος, επιδεικτικός συνώνυμο, επιδεικτικός λεξικό γλώσσας ρουμανικά, επιδεικτικός στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- επιδαψιλεύω στα ρουμανικά - expozant, duş, du, generos, lavish, generoasă, generoase, ...
- επιδείνωση στα ρουμανικά - agravare, agravarea, agravării, de agravare, agravări
- επιδεινώνω στα ρουμανικά - agrava, agravează, agraveaza, se agraveaza, se agravează, înrăutățește
- επιδεξιότητα στα ρουμανικά - îndemânare, dibăcie, dexteritate, dexteritatea, de dexteritate
Τυχαίες λέξεις
Επιδεικτικός στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: arătos, aspectuos, showy, spectacular, aspectuoase
Μεταφράσεις: arătos, aspectuos, showy, spectacular, aspectuoase