Επιδεικτικός στα τσεχικά
Μετάφραση: επιδεικτικός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
citlivý, okázalý, ostentativní, vnímavý, nápadný, nápadné, efektní, okázalé
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιδεικτικός
επιτακτικός λόγος, επιδεικτικός συνώνυμο, επιδεικτικός λεξικό γλώσσας τσεχικά, επιδεικτικός στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- επιδαψιλεύω στα τσεχικά - plýtvat, marnotratný, sprška, přeháňka, sprchování, nešetřit, osprchování, ...
- επιδείνωση στα τσεχικά - zhoršení, chátrání, zhoršením, na zvětšení, rozčilování, přitěžující okolnost
- επιδεινώνω στα τσεχικά - zhoršovat, sdružený, složený, rozčilovat, smíchat, spojit, iritovat, ...
- επιδεξιότητα στα τσεχικά - bystrost, rutina, cvik, zručnost, obratnost, dovednost, šikovnost, ...
Τυχαίες λέξεις
Επιδεικτικός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: citlivý, okázalý, ostentativní, vnímavý, nápadný, nápadné, efektní, okázalé
Μεταφράσεις: citlivý, okázalý, ostentativní, vnímavý, nápadný, nápadné, efektní, okázalé