Ερεθίζω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ερεθίζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
възбуждам, разпалвам, да възпали, възпалявам, възпламенявам се
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ερεθίζω
ερεθίζω συνώνυμο, ερεθίζω συνώνυμα, ερεθίζω στα αγγλικά, ερεθίζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ερεθίζω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- εργοστάσιο στα βουλγαρικά - фабрика, растения, завод, фабриката, завода, фабрично
- ερείπια στα βουλγαρικά - руини, развалини, останки, руините, развалините
- ερειστικός στα βουλγαρικά - ereistikos
- ερευνητής στα βουλγαρικά - изследовател, изследователя, научен, учен
Τυχαίες λέξεις
Ερεθίζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: възбуждам, разпалвам, да възпали, възпалявам, възпламенявам се
Μεταφράσεις: възбуждам, разпалвам, да възпали, възпалявам, възпламенявам се