Ερεθίζω στα δανικά
Μετάφραση: ερεθίζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
opflamme, oppiske, ophidse, blusse, betændte
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ερεθίζω
ερεθίζω συνώνυμο, ερεθίζω συνώνυμα, ερεθίζω στα αγγλικά, ερεθίζω λεξικό γλώσσας δανικά, ερεθίζω στα δανικά
Μεταφράσεις
- εργοστάσιο στα δανικά - fabrik, plante, fabrikken, fabrikkens, fra fabrikken
- ερείπια στα δανικά - ruiner, ruinerne, ruins
- ερειστικός στα δανικά - ereistikos
- ερευνητής στα δανικά - forsker, forskeren, forskere, forskerens
Τυχαίες λέξεις
Ερεθίζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: opflamme, oppiske, ophidse, blusse, betændte
Μεταφράσεις: opflamme, oppiske, ophidse, blusse, betændte