Εφορμώ στα βουλγαρικά
Μετάφραση: εφορμώ, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
замах, пикиране, внезапно спускане, връхлитане, внезапно нападение
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εφορμώ
εφορμώ τι σημαίνει, εφορμώ συνώνυμο, αφορώ συνώνυμα, εφορμώ λεξικο, εφορμώ λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, εφορμώ στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- εφικτός στα βουλγαρικά - възможно, осъществим, изпълним, осъществимо, е възможно
- εφοδιάζω στα βουλγαρικά - храня се, ям
- εχέγγυο στα βουλγαρικά - залог, обещанието, обещание, особен залог, заложния
- εχέγγυος στα βουλγαρικά - разтворител, залог, обещанието, обещание, особен залог, заложния
Τυχαίες λέξεις
Εφορμώ στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: замах, пикиране, внезапно спускане, връхлитане, внезапно нападение
Μεταφράσεις: замах, пикиране, внезапно спускане, връхлитане, внезапно нападение