Εφορμώ στα πορτογαλικά

Μετάφραση: εφορμώ, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
swoop, rusga, da rusga, da rusga de, rusga de
Εφορμώ στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εφορμώ

εφορμώ τι σημαίνει, εφορμώ συνώνυμο, αφορώ συνώνυμα, εφορμώ λεξικο, εφορμώ λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, εφορμώ στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • εφικτός στα πορτογαλικά - possível, possibilidade, factível, praticável, viável, exequível
  • εφοδιάζω στα πορτογαλικά - vitualhas, abastecer, victual
  • εχέγγυο στα πορτογαλικά - crescimento, prazer, garantia, afiançar, penhorar, compromisso, garantir, ...
  • εχέγγυος στα πορτογαλικά - são, solventes, relevância, seguro, penhor, promessa, compromisso, ...
Τυχαίες λέξεις
Εφορμώ στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: swoop, rusga, da rusga, da rusga de, rusga de