Εφορμώ στα ισλανδικά
Μετάφραση: εφορμώ, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
swoop
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εφορμώ
εφορμώ τι σημαίνει, εφορμώ συνώνυμο, αφορώ συνώνυμα, εφορμώ λεξικο, εφορμώ λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εφορμώ στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- εφικτός στα ισλανδικά - mögulegur, gerlegt, framkvæmanlegt, mögulegt, er gerlegt, hagkvæmt
- εφοδιάζω στα ισλανδικά - victual
- εχέγγυο στα ισλανδικά - loforð, veði, veð, pant, skuldbinda sig
- εχέγγυος στα ισλανδικά - ábyggilegur, áreiðanlegur, loforð, veði, veð, pant, skuldbinda sig
Τυχαίες λέξεις
Εφορμώ στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: swoop
Μεταφράσεις: swoop