Εφορμώ στα σουηδικά

Μετάφραση: εφορμώ, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
nedslag, svep, swoop
Εφορμώ στα σουηδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εφορμώ

εφορμώ τι σημαίνει, εφορμώ συνώνυμο, αφορώ συνώνυμα, εφορμώ λεξικο, εφορμώ λεξικό γλώσσας σουηδικά, εφορμώ στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • εφικτός στα σουηδικά - möjlig, eventuell, genomförbart, genomförbar, genomförbara, möjligt
  • εφοδιάζω στα σουηδικά - proviant, proviant till, som proviant
  • εχέγγυο στα σουηδικά - lova, löfte, pant, garantera, borgen, säkerhet, garanti, ...
  • εχέγγυος στα σουηδικά - tillförlitlig, pant, löfte, pantsättning, utfästelse
Τυχαίες λέξεις
Εφορμώ στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: nedslag, svep, swoop